Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Ελευθέριος Ανευλαβής..

Να την χέσω, έτσι που την καταντήσανε, την Ελλάδα μας, οι χαλασοχώρηδες. Κράτος ασυστόλων και αδηφάγων κώλων!



Ελευθέριος Ανευλαβής

Σαφή δ’ ακούεις εξ ελευθεροστόμου γλώσσης

Αισχύλος

Αυτοί οι πολιτικατζήδες (όχι οι πολιτικοί. Υπάρχουν και τέτοιοι, να τους ψάχνεις με το φανάρι του Διογένη), και τα σφουγγοκώλια τους:

Οι διανοούμενοι σαλτιμπάγκοι, μαϊμούδες (κυριολεκτικά και μεταφορικά) που γέμισαν την πόλιν του Αριστοτέλη και την Πολιτεία του Πλάτωνος, με κενολογία και μπουρδολογία. Οι κενόφρονες, που παπαγαλίζουν πολιτισμό της τηλεόρασης, των «λάιφ στάιλ» περιοδικών, της ημιμάθειας της περιαυτολογίας.

Οι δήθεν τεχνοκράτες, οι οποίοι εκσπερματώνουν στην θέα του μηχανοποιημένου πολιτισμού της ματαιόδοξης παγκοσμιοποίησης, που ερημώνει τον άνθρωπο.

Οι δημοσιογράφοι, που δεν έμαθαν ούτε να γραντζουνάνε, με την πένα τους, την ελληνική γλώσσα.

Οι τραπεζιτοαγιογδύτες και τα χρυσοκάνθαρα κωλόπαιδα (golden boys), που λατρεύουν, ευλαβώς, τον θεό του χρήματος και, αδιάντροπα, εξευτελίζονται και εξευτελίζουν τον άνθρωπο. Γιατί:

«Ουδέν γαρ ανθρώποισιν οίο άργυρος κακόν νόμισμ’ έβλαστε. Τούτο και πόλεις πορθεί, … πανουργίας δ’ έδειξεν ανθρώποις έχειν… και παντός έργου δυσέβειαν ειδέναι: δεν φύτρωσε χειρότερο κανένα κακό στον κόσμο από το χρήμα. Αυτό γκρεμίζει πόλεις. Μαθαίνει τον άνθρωπο να γίνει κάλπης… και να κάνει κάθε βρομιά.». (Πλάτων).

Οι τσιφτετελοέλληνες (Σαββόπουλος), οι ελληναράδες, οι νήπιοι γιαποελληναράδες του μαζοχυλού, που επιδεικνύουν τα ξενόφερτα φύκια, που τους πούλησαν οι κάθε λογής καπάτσοι, για μεταξωτές κορδέλες. Ξενιτεμένοι, μέσα στην ίδια τους τη χώρα. Ένοικοι του τουριστικού ξενοδοχείου, που κατήντησαν την Ελλάδα.

Αυτοί όλοι, οι σπουδαιογελοίοι, πολιτισμένοι βάρβαροι, του κόσμου της ερημιάς και της απόγνωσης, ανίκανοι, [ίσως και να μην θέλουν, αυνάνες γαρ, που «εκχέουν επί την γήν» (Γένεσις)], να γονιμοποιήσουν την ίδια τους τη χώρα, παθαίνουν οργασμούς με την Ευρώπη της εσπερίας. Οι κομπλεξικοί.

Οι σαλονάτοι σαλτιμπάγκοι της μεταμοντέρνας διανόησης και της απύθμενης ανοησίας, οι εύκολοι άνθρωποι, σουσουδίζουν, σαν την μαντάμ Σουσού, την πολιτισμένη Ευρώπη, ως πτωχαλαζόνες συγγενείς, χωρίς να την καταλαβαίνουν.

Ξεχνούν, αυτό που κάθε πολιτισμένος Ευρωπαίος γνωρίζει: πως ο ευρωπαϊκός πολιτισμός στα θεμέλιά του είναι ελληνικός πολιτισμός. Ξενόμυαλοι. Δεν αντέχουν το λαμπερό φως της καθ' ημάς Ανατολής. Αισθάνονται άνετα στο γκρίζο της παγκοσμιοποιημένης Δύσης. Που δύει.

Έδωσαν αντιπαροχή την Ελλάδα, για ένα τριάρι στις Βρυξέλες.

Αυτοί όλοι οι χαλασμένοι, «χαλούνε, προστυχεύουν» (Σεφέρης), τον λαό. Τον κάνουν, τον λαό, σαν τα μούτρα τους, μέσα σε μια πόλη αβίωτη, κακόγουστη, υδροκέφαλη, στεγνή από αγάπη και ανθρωπιά.

Χαλώντας τη γλώσσα του. Τη γλώσσα του την ελληνική, που «εί θεοί διαλέγονται τη των Ελλήνων γλώττη χρώνται: Αν οι θεοί μιλούν την γλώσσα των Ελλήνων χρησιμοποιούν». (Κικέρων).

Τη γλώσσα την ελληνική, που μιλιέται τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα σ’ αυτόν τον ίδιο τόπο. Τη γλώσσα που πρωτομίλησε:

Τη Δημοκρατία. Την Ελευθερία. Την Αρετή. Τη Δικαιοσύνη. Την Αγάπη. Την Επιστήμη. Την Φιλοσοφία. Την Πολιτική.

Αυτήν τη γλώσσα, αυτοί οι γλωσσοχαλαστές, την κατήντησαν γλώσσα γουρουνογρυλισμάτων, των πεντακοσίων λέξεων, συμπεριλαμβανομένων των greeklish (δλδ: δηλαδή, mgd: my god), για να συνεννοούνται οι ολιγοφρενείς χάσκακες της δυτικόφερτης κουλτούρας.

Αυτοί οι χαλασμένοι χαλούνε τον λαό, δουλώνοντας τους Έλληνες, για τους οποίους, «Τίποτα δεν είναι σπουδαιότερο για τους Έλληνες από την ελευθερία: Ως ουθέν μείζον εστίν ανθρώποις Έλλησιν της ελευθερίας» (ψήφισμα της Πριήνης, Καρία Μ. Ασίας),

με τα δεκανίκια της εσπερίας, για να τον κάνουν να ξεχάσει, πως τα αληθινά του πόδια είναι οι κολώνες του Παρθενώνα.

Αυτοί οι χαλασμένοι, θέλουν τον λαό φτωχό και πτωχό το πνεύματι, χάσκακα, με γλώσσα δεμένη, για «να γνωρίζει ποιος είναι το αφεντικό: ίνα γιγνώσκει τον τιθασευτήν» (Αριστοφάνης).

Γιατί, «Τον που η φτώχεια τσάκισε δεν μπορεί να μιλήσει ούτε να κάνει τίποτα, του ‘ναι δεμένη η γλώσσα: ανήρ δεδμημένος ούτε τι ειπείν ούθ έρξαι δύναται, γλώσσα δε δέδεται» (Θεόγνις). Κι’ έτσι,

Πονηρέ, χαλασμένε πολιτικατζή,

Ο αναψυκτηριούχος μαικήνας αναξιοπαθούντων Ινδών,

Ο vulgar, νεόπλουτος πολιτικατζής επιχειρηματίας,

Το αλαζονικό παιδί του ταχυδρόμου,

Ο Δούξ της Βιστωνίδος,

Εσύ «ν’ αρπάζεις και να δωροδοκείσαι, ο δε λαός… σφιγμένος από την ανάγκη, τη μιζέρια και τον μισθό να κρέμεται από σένα με το στόμα ανοιχτό: Συ μεν αρπάζης και δωροδοκείς… ο δε δήμος … υπ ανάγκης άμα και χρείας και μισθού προς σε κεχήνη» (Αριστοφάνης)

«Συ ο αλιτήριος (καταστροφέας) της πόλεως» (Ζήνων ο Ελεάτης), μέσα από την γυάλινη τηλεπαραμύθα (παρανόμι και της ηρωίνης),

«γλάρος χάσκακας να βγάζεις λόγο πάνω σε πέτρα: λάρος κεχηνώς επί πέτρας δημηγορών». (Αριστοφάνης).

Εσύ, χαλασμένε πολιτικατζή (και άλλοι όμοιοί σου πολιτικατζήδες διαφόρων χρωμάτων και κομμάτων), κανακεύεις τον λαό, τον χαϊδολογάς, τον κολακεύεις και τον εξαπατάς. «Ήκαλλ’, εθώπευ’, εκολάκευ’, εξηπάτα» (Αριστοφάνης).

Του τάζεις, και πάλι, σεμνά και ταπεινά, εσύ ο ξεδιάντροπος, αδιάφθορους λαγούς, με πετραχήλια διαφάνειας.

«Γίνεται να συχωρεθείς απολαμβάνοντας το άδικό;». (Ελύτης).

Και ο λαός, με σακατεμένη ελευθερία, με σακατεμένη γλώσσα, σακατεμένος από την ανέχεια, χαλάει κι’ αυτός. Γίνεται μάζα, χυλός ξεδιάντροπος, αδιάφορος, κάλπης. Γιατί, «το ήθος των πολιτών γίνεται όμοιο με το ήθος των αρχόντων τους: Το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσιν» (Ισοκράτης). Και έτσι, «χάνονται οι πόλεις όταν δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τους φαύλους από τους έντιμους: Τας πόλεις απόλλυσθαι, όταν μη δύνωνται τους φαύλους από των σπουδαίων διακρίνειν». (Αντισθένης).

Και επειδή, «Ου μόνον αρχή άνδρα δείκνυσι, αλλά και αρχήν ανήρ» (Επαμεινώνδας), να τι κάνατε, σεις οι «άρχοντες», στην πόλη και τον δήμο. Στη Δημοκρατία μας. Στην Ελλάδα μας:

«Πολλά και αισχρά ένεκα κερδέων πεποιήκατε: πολλά και αισχρά για το κέρδος κάνατε» (Ξενοφών).

Ο σκανδαλοποιός, «και με τα δυο χέρια σουφρώνει τα δημόσια έσοδα: Καμφοίν χέροιν μυστιλάται των δημοσίων». (Αριστοφάνης).

Όμως, υπάρχει και η ΑΛΛΗ ΕΛΛΑΔΑ, που στο φως του ήλιου της, τής αλήθειας της, τής παράδοσής της και του πολιτισμού της, ΑΝΤΙΣΤΕΚΕΤΑΙ.

Η άλλη Ελλάδα, που, φυσικά, δεν την καταλαβαίνουν, οι Ευρωπαίοι και οι ελληνοευρωλιγούρηδες. «Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν την λέξη αλήθεια ή ελευθερία, σα να λένε χαίρω πολύ. Που μιλούν για δικαιοσύνη με ψυχή τοκογλύφου». (Σεφέρης).

Φωτιά και τσεκούρι κριτικής.

Στους αλαζόνες πολιτικάντηδες. Στους μικροαστούς ελληναράδες. Στους κενόκρανους σαλτιμπάγκους της διανόησης.

Γύρνα τους την πλάτη, Έλληνα. Κλείσε τους την πόρτα.

«Και μην ανοίγεις όσο κι αν χτυπούν. Φωνάζουν μα δεν έχουν τι να πουν». (Σεφέρης).

«Θάρρος. Ίσως το αύριο να ‘ναι καλύτερο: Θαρσείν χρή∙ ταχ’ αύριον έσσετ’ άμμεινον» (Θεόκριτος).

Όμως αυτό το αύριο δεν θα έρθει θεόσταλτο. Εσύ θα το προετοιμάσεις. Έχεις ευθύνη απέναντι στα παιδιά σου, τα εγγόνια σου. Τους συνανθρώπους σου. Γιατί, βάλτο καλά στο νου σου:

«είτε φταις είτε όχι, αν δεν μπορείς άλλο να παλέψεις, θα πεθάνεις» (Μπρεχτ).

Δεν είναι μπρος

Είν’ από πίσω σου

Κρυφός ο οχτρός (Βάρναλης;).

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Dies Irae

Αυτό που ζήσαμε όλοι μας προχθές, πληροφορούμενοι ότι τελικά η Βουλή απέρριψε την πρόταση παραπομπής του κ. Παυλίδη στο Ειδικό Δικαστήριο, σαφέστατα αποτελεί τον ύστατο ευτελισμό όχι μόνο του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και του αυτοσεβασμού και της αξιοπρέπειας των αυτοαποκαλούμενων λαϊκών εκπροσώπων.

Πόσο "κατά συνείδηση" ψήφισαν, όταν παρελάμβαναν το σημαδεμένο ψηφοδέλτιο από τον "δημοκρατικό" κομματάρχη; Πόσο άκουσαν την καρδιά τους, πόσο σεβάστηκαν το λειτούργημά τους και τον "κυρίαρχο" λαό, όταν προέτασσαν το κομματικό συμφέρον (πλειοψηφία και αποφυγή εκλογών), συνθλίβοντας μέσα τους κάθε έννοια ελευθερίας της βούλησης; Γιατί, βουλευτής θα πει άνθρωπος που βούλεται -δηλαδή επιθυμεί, ισχυρίζεται, δρα, θέλει, προτιμάει... Προχθές, οι Έλληνες βουλευτές δεν θέλησαν, δεν ισχυρίστηκαν, δεν έδρασαν ούτε προτίμησαν σύμφωνα με την συνείδησή τους. Είναι, επομένως, υπεύθυνοι για την (ανύπαρκτη) ποιότητα της Δημοκρατίας μας, η οποία βιώνει μέρες οργής κι αγανάκτησης -μιας αγανάκτησης, που σταθερά κι αδιάλειπτα ενσταλάζει στις ψυχές μας όση πικρία και απέχθεια θα μπορούσαμε να αισθανθούμε για την κατάντια του Ελληνικού Κοινοβουλίου.

Dies Irae, λοιπόν. Μέρες Οργής, δηλαδή, για να θυμηθούμε λίγο και τον Φραγκισκανό ποιητή Τομάσο ντα Τσελάνο από το Αμπρούζο. Μιας οργής, που φοβάμαι θα ξεθυμάνει πριν προλάβει να κατακάψει έστω κι ένα απειροελάχιστο κομμάτι απ' όλη αυτή την σαπίλα και την διαφθορά που μας περιβάλλει.

Δεν θα σταθώ μόνο στην πραξικοπηματική λογική, με την οποία αντιμετωπίσθηκαν τα "λευκά" ψηφοδέλτια. "Λευκό" σημαίνει δεν είμαι βέβαιος. "Λευκό" σημαίνει αμφιβάλλω. Διατηρώ υπόνοιες, δεν κατέχω όμως τις απαραίτητες αποδείξεις. Και ο νόμος είναι σαφής: ακόμη και η υπόνοια πρέπει να οδηγεί τον υπουργό στον "φυσικό" του -όπως αρέσει σε πολλούς ανεγκέφαλους να λένε- δικαστή.

Η πρώτη ένσταση αφορά στο ερώτημα: η Βουλή των Ελλήνων, άραγε, είναι... αφύσικος δικαστής;

Η δεύτερη ένσταση αφορά στον ασαφή και ομιχλώδη, τελικά, ρόλο της αρχής της διάκρισης των εξουσιών: γιατί θα πρέπει η Βουλή να αναλαμβάνει τον ρόλο του δικαστή, από την στιγμή που η Δικαστική Εξουσία (πρέπει να) είναι εντελώς ανεξάρτητη από την Νομοθετική και την Εκτελεστική; Μήπως αυτό εννοούσε ο Μοντεσκιέ στο "Πνεύμα των Νόμων" του; Αν ναι, τότε οι καθηγητές μου στο Πανεπιστήμιο θέλουν κρέμασμα! Αν όχι, σίγουρα τρίζουν τα κόκαλα του Γάλλου φιλοσόφου!

Εξάλλου, υπάρχει και το θεμελιώδες ζήτημα της Ισονομίας -ένα από τα στοιχειωδέστερα χαρακτηριστικά μιας δημοκρατίας. Γιατί οι εκάστοτε υπουργοί δεν αντιμετωπίζονται όπως οι υπόλοιποι πολίτες της χώρας μας; Γιατί θα πρέπει αυτοί οι κύριοι να μην παραπέμπονται κατευθείαν στην Ποινική Δικαιοσύνη, όταν και όποτε αυτό κριθεί απαραίτητο, όπως ο οποιοσδήποτε Έλληνας, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις παράνομης συμπεριφοράς του;

Η Τρίτη ένσταση εστιάζει στην ερμηνεία της ένδειξης "παρών", όπως δήλωσαν τρεις βουλευτές στην προχθεσινή ψηφοφορία του Κοινοβουλίου μας. Τι σημαίνει "παρών"; Αποποίηση ευθυνών; Δειλία ή σκοπιμότητα μη συμμετοχής στην ψηφοφορία; Τότε γιατί αμείβονται, γιατί παρευρέθηκαν στην όλη διαδικασία, γιατί φέρουν τον τίτλο τους; Δεν είναι υποχρεωτική η άσκηση των καθηκόντων τους, άραγε, ή μήπως το έργο και η εργασία του βουλευτή, το σύνολο των πράξεων ή παραλείψεων στα οποία είναι (υποθετικά) υποχρεωμένος, η δράση και δραστηριότητά του εν ολίγοις επαφίενται στην σφαίρα της διακριτικής του ευχέρειας;

Ας διασκεδάσουμε λίγο τις εντυπώσεις. Ας υποθέσουμε ότι, στις ερχόμενες εθνικές εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης, σύσσωμος ο ελληνικός λαός ψηφίζει... παρών! Τι έπεται; Αν, επίσης υποθετικά, ψηφίσει "λευκό", τι πρόκειται να συμβεί; Αν στο κάλεσμα της Εφορίας, όλοι μας αρνηθούμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και δηλώσουμε "παρόντες", θα συρθούμε άραγε στα δικαστήρια; Θα δημευθεί η περιουσία μας; Αν δεν εργαζόμαστε κανονικά στον εργασιακό μας χώρο και δηλώνουμε στον εργοδότη μας απλά... παρόντες, δεν νομιμοποιείται να μας απολύσει; Αν μας ρωτήσει ένα γκαρσόν τι θα παραγγείλουμε, μπορούμε άραγε να δηλώσουμε... «λευκό»; Τι θα μας σερβίρει άραγε; Αν το παιδί μας, ένας ασθενής, κάποιος τέλος πάντων χρειαστεί την βοήθειά μας, θα του πούμε ότι είμαστε απλά... "παρόντες"; Αν πάμε στην τράπεζα για ανάληψη χρημάτων, πώς θα αισθανθούμε, αν ο ταμίας αρνηθεί να μας δώσει το ποσό, δηλώνοντας απλά... "λευκό"; Αν -λέω, αν- στο ερωτικό κάλεσμα της συντρόφου μας ισχυριστούμε... απλά "παρόντες" ή, έστω, δηλώσουμε... "λευκό", δεν είναι σαν να της υποδεικνύουμε τον δρόμο της απιστίας;

Έλληνες, σας καλώ πρώτοι εσείς ν' απιστήσετε στην επερχόμενη κυβερνητική και παρατρεχάμενη (βλέπε αξιωματική αντιπολίτευση) ψηφοφορία των όποιων εκλογών. Να δηλώσετε κι εσείς "παρόντες", αλλά οι ψήφοι σας να είναι απούσες. Να μην χαρισθούν στον δικομματισμό των σκανδάλων. Οι πολιτικάντηδες ποινικοποίησαν την κουκούλα. Καιρός να ποινικοποιήσουν και το κουκούλωμα.

Ειδάλλως, συνέλληνες, αυτοκτονείτε! Θυμηθείτε μονάχα τούτο: η λέξη "σκάνδαλο" έχει την ίδια ρίζα με την λέξη "σκανδάλη". Ο τόνος μονάχα αλλάζει. Και η κατάληξη...

Πάνος Γιαννάκαινας